O Δήμος Μούτσης μιλάει (για όλα) με το Φώντα Γκίκα στο Lifo gr

Με το Δήμο το Μούτση γνωριζόμαστε ακριβώς 5 χρόνια. Πολλά δεν τα λες, ούτε και λίγα, όπως θα έλεγε κι ο ίδιος. Τα “κύριε Μούτση” φρόντισε να μου τα κόψει από την πρώτη μέρα, βασική προϋπόθεση για να μετατραπεί ο θαυμασμός και το δέος σε οικειότητα ανάμεσα σε έναν άνθρωπο που ξέρει τι κάνει και σ’έναν που ακόμα ψάχνεται. Γνωρίζω το έργο του βαθιά, όχι εγκυκλοπαιδικά, απ’την αρχή μέχρι το τέλος. Κι ο Δήμος το αναγνωρίζει και το εκτιμά. Τόσο, ώστε αυτή η κουβέντα να μη λογίζεται έτσι απλά ως “συνέντευξη”, αλλά ως κοινή αναπνοή μεταξύ δυο καλών φίλων. Η συνάντηση έγινε στο σπίτι του στο Νέο Ηράκλειο, εκεί που -όπως ο ίδιος λέει και καμαρώνει- περνά τις περισσότερες ώρες. Απλός και κομψός, ντυμένος στα μαύρα και με το χαρακτηριστικό του καρώ φουλάρι. Καθήσαμε στο αναγνωστήριό του, ένα απ’τα -ιερά γι’ αυτόν- μέρη του σπιτιού του. Χαιρόταν που μ’έβλεπε μετά από πολύ καιρό, αλλά ήταν ‘σκασμένος’ για κάποιο λόγο.

¨Άσε με δεν είχα τηλέφωνο και ίντερνετ εδώ και 15 μέρες γιατί κάνουν κάτι έργα για τα όμβρια εδώ στο δρόμο σκάψανε, κόψανε το καλώδιο κι είχα σκάσει!¨

Τι σενοχλούσε περισσότερο; Το ότι δεν είχες τηλέφωνο Ή το ότι δεν είχες ίντερνετ;

Και τα δύο, κυρίως όμως, το πώς μου ξανάρθε το τηλέφωνο!

Δ η λ α δ ή ;;;

Τι δηλαδή! ¨Αθάνατη Ελληνική μου λεβεντιά¨, αλλά πάμε καλύτερα να πούμε τα δικά μας.

Να πάμε. Περνάς αρκετό χρόνο στο διαδίκτυο, σωστά;

Αρκετό…

Kυρίως στο youtube να φανταστώ.

Στο Internet αλλά ναι και στο Youtube! Ξεκινάω να δω κάτι και μόλις τελειώσει, συνειδητοποιώ ότι έχουν περάσει κάτι ώρες… Ήταν ένας κόσμος που μου ανοίχτηκε σε μια περίοδο που το είχα ανάγκη. Βλέπω πράγματα που ήθελα πολύ να τα ζήσω. Δεν έχω βέβαια παράπονο από τη ζωή μου αλλά δεν είναι και λίγο να βλέπεις τον Bernstein να διευθύνει! Μέσα στο σπίτι σου!!! Βέβαια, το youtube έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα. Το αφτί σου συνηθίζει στον κακής ποιότητας ήχο. Γι’ αυτό μετά από πολλές ώρες καταφεύγω στο στερεοφωνικό μου για να “καθαρίσω” τ’αφτιά μου και να ακούσω τα ίδια πράγματα όπως πρέπει.

Παρακολουθείς, λοιπόν, πιο πολύ συμφωνική μουσική.

Φυσικά. Έργα με μεγάλους μαέστρους. Τον Kleiberg τον Furtwangler τον Bernstein που είπαμε και πριν. Έστω τον Κάραγιαν « άντε πάμε γιατί έχουμε και φωτογράφηση ». …

(………σκάω στα  γέλια όπως τα λέει…)

Μη γελάς, λένε, ότι όταν του είπαν να ξαναπαίξουν το 2ο μέρος απ το τριπλό κοντσέρτο του Μπετόβεν που ηχογραφούσαν ο Richter με τον Oistrakh το Rostropovich και τη Φιλαρμονική του Βερολίνου, αυτός τους απάντησε «Μα τώρα έχουμε κάτι πολύ σπουδαίο να κάνουμε. Φωτογράφηση!!!» Στο You tube επίσης ακούω και βλέπω το ιερά τέρατα, το Sviatoslav Richter πχ. το μεγαλύτερο πιανίστα ίσως μετά το Λίστ. Πιο πολύ βέβαια κοντσέρτα για βιολί. Έχω δυο αδυναμίες. Τον Oistrakh και τον Καβάκο. Κατά την προσωπική μου άποψη ο Oistrakh υπήρξε ο μεγαλύτερος βιολιστής του κόσμου ο Βασιλιάς!   Ο Λεωνίδας είναι ο κορυφαίος σήμερα. Και να σου πω στενoχωρήθηκα που δεν κέρδισε το Grammy. Όχι ότι μειώνει την αξία του φυσικά! Είναι φαινόμενο, από όποια πλευρά κι αν το δεις. Έχει μια ωριμότητα αξιοζήλευτη κι αυτή είναι που του δίνει την ευχέρεια να συνδυάζει άψογα την τεχνική με την ερμηνεία. Φιλοσοφεί αυτά που παίζει, νομίζεις ότι βρισκόταν δίπλα στο συνθέτη την ώρα που έγραφε το έργο. Και οι αναλύσεις που έκανε στο κοντσέρτο για βιολί του Brahms και κυρίως στις Σονάτες για βιολί και πιάνο του Beethoven είναι καταπληκτικές, και δείχνουν ότι έχει γνώση της μουσικής που υπηρετεί.   Τώρα τελευταία μάλιστα, διευθύνει κιόλας.

 

Κι ο Oistrakh;

Ο Oistrakh είναι ο βασιλιάς όπως σού είπα πριν. Είχε αυτό που λέμε “το πλήρες πακέτο”. Όχι όπως το εννοούν τα τηλεοπτικά talent shows (χαμογελάει ειρωνικα ). Αυτός ο πλήρης ο Ένας θα λέγαμε ο Συνδημιουργός

 

Εσύ μαθήτευσες στο πλευρό ενός επίσης σπουδαίου, του Yehudi Menuhin.

Κυρίως με την Πασκιούς, μια καθηγήτρια πούχε δίπλα του. O Menuhin ήταν δύστροπος, δύσκολος χαρακτήρας και σαν δάσκαλος και σαν άνθρωπος. Δε λέω,   μεγάλος βιολιστής, αλλά υπερεκτιμημένος, νομίζω. Όπως κι ο Itzak Perlman. Δε μπορώ, δηλαδή να τους συγκρίνω π.χ. με τον Kogan… Θέλω να σου πω, όμως, πάλι για τον Καβάκο. Δεν ξέρω αν θα διαβάσει τη συνέντευξη, αλλά θέλω να διορθώσω μια παρεξήγηση. Σε μια εκπομπή τηλεοπτική του είπαν ότι είχα πει ότι είναι ο μεγαλύτερος βιολιστής όλων των εποχών. Αν είναι δυνατόν! Μα λέγεται αυτή η κουβέντα ρε παιδιά, για έναν άνθρωπο 45 χρόνων πόσο είναι, άνθρωπο που μελετάει, που δημιουργεί που αναπτύσσεται ακόμα « όλων των εποχών;;;» Τι είναι;; ρέκορντμαν του επικοντώ ;;; Τέλος πάντων!

Παίζεις καθόλου βιολί;

Δεν έχω καν βιολί στο σπίτι μου !!!

Είναι γνωστό ότι από “σπόντα” κατέληξες να μάθεις αυτό τ όργανο :::

Ναι, βιολοντσέλο ήθελα να μάθω. Αλλά τα ‘φερε έτσι η τύχη κι έμαθα βιολί. Και το βιολί φαίνεται ότι μ αγάπησε περισσότερο απ’ όσο το αγάπησα εγώ.

Με τον Bob Marley και τη Ρέγγε πώς κόλλησες; Θέλω να πω, γιατί τώρα κι όχι στα τέλη του ’70 που ήταν στις δόξες της;

Τότε δεν έδινα πολλή σημασία, άκουγα άλλα πράγματα. Αφού να φανταστείς ο Μανώλης ο Σιδερίδης ο μπασίστας -του οποίου, παρεμπιπτόντως, το σόλο του μπάσου στις “Γκόμενες” είναι μοναδικό, στο υπογράφω!- μου ‘λεγε συνέχεια στις πρόβες να τζαμάρουμε να παίξουμε καμιά ρέγγε. “Δηλαδή;” του λεγα. Η κιθάρα στο ‘2’, το μπάσο στο ‘2’. “Τι είναι αυτά ρε παιδιά;”, τους έλεγα. Στην άρση, μου απαντούσε ο Άκης ο Τουρκογιώργης. Μου φαινόταν πολύ ξένο, δε μπορούσα να εξοικειωθώ. Πριν από λίγα χρόνια έτυχε να δω αυτό το project, το Playing for Change. Μου φάνηκε καταπληκτική ιδέα.

Μουσικοί απ’όλο τον κόσμο κι ο καθένας “στο δικό του κόσμο”, να παίζουν ξεχωριστά κι όλοι μαζί ένα τραγούδι. Είναι πανέμορφο. Ξεχώρισα μάλιστα και μια πολύ ωραία φωνή, μια Εβραία φοβερή τραγουδίστρια, την Tula. Λοιπόν, αυτοί έπαιξαν το “No more trouble” και το “One love”. Μαγεύτηκα! Κι αυτό ήταν η αφορμή για να δώσω μεγαλύτερη προσοχή στο Marley. To “One love” υπήρξε περίοδος που το άκουγα μανιωδώς 10 φορές τη μέρα. Ο Marley έχει μια γλυκύτητα, μια ευγένεια.   Θυμάμαι κάποια φίλη στο FB που μούχε γράψει, απ τις πολλές φορές που τον αναρτούσα, « καλός είναι κύριε Μούτση, αλλά να του πείτε να λούζεται και καμιά φορά»

Πολύ σ ερέςει επίσης και η μουσική του Gustavo Santaolalla.

Βέβαια! Πρέπει να σου πω ότι με δυο ταινίες έχω κλάψει στη ζωή μου. Με τον “Κύκλο των χαμένων ποιητών” και τα “Ημερολόγια Μοτοσικλέτας”. Και στα “Ημερολόγια Μοτοσικλέτας” ένας λόγος ήταν η μουσική του Santaolalla. Παίζει αυτή την κιθαρίτσα, το charango κι έχει πολύ χαρακτηριστικό ήχο. Κάνει μικρά, στενά μοτίβα, πολύ χαρακτηριστικά και τα “ξαπλώνει” στην ταινία με απίστευτο τρόπο. Έχει τρομερό δέσιμο και με την ορχήστρα του, τους Bajofondo. Είναι γοητευτική η μουσική του, πηγαία και κυρίως χωρίς φιοριτούρες. Δε μπορείς να πάρεις μια φράση, ένα κομμάτι. Ή θα την πάρεις όπως είναι ή δε θα την πειράξεις καθόλου.

Κάτι αντίστοιχο έχεις πει παλιότερα για το Μάρκο Βαμβακάρη.

Α μπράβο! Ένα πράμα απλό, τετράγωνο, στεγνό… Σα βράχος, πώς να στο πω. Κι είναι ένας βράχος στέρεος, γι’ αυτό και χτίστηκε πάνω του όλο το οικοδόμημα που λέμε “ελληνικό λαϊκό τραγούδι”.

Τώρα, λοιπόν, μπορείς να ακούς, να απολαμβάνεις περισσότερο τη μουσική, σε σχέση με την περίοδο όπου δημιουργούσες.

Δε μπορείς να δουλέψεις αλλιώς. Μπλέκονται όλα και είναι σα θόρυβος μέσα στο κεφάλι σου. Είναι σα να ρωτάς έναν συγγραφέα την περίοδο που γράφει “τι διαβάζεις;”. Οι επιλογές είναι μόνιμες και είναι πάντα εκεί.

Μιας και μιλάμε για το διάβασμα, παρατήρησα ότι στο σπίτι έχεις περισσότερα βιβλία, παρά δίσκους μουσικής και έπιπλα…! (γέλια)

Τα τελευταία χρόνια διαβάζω λιγότερο γενικά. Πιο πολύ διαβάζω ποίηση. Τα ίδια και τα ίδια κι όλο κάτι καινούριο ανακαλύπτω. Νομίζεις πως οι λέξεις έχουν κιτρινίσει απ’ το κοίταγμα. Αυτός ο πανμέγιστος ο Σολωμός, που κάθε του στίχος φτιάχνει ολόκληρη γλώσσα. Ο Καβάφης, που τον πεθάνανε φέτος, τον ρημάξανε….που να το πεις αυτό! Τέλος πάντων. Ο Ρεμπώ. Είναι μεγάλο πράμα να διαβάζεις τους ποιητές στη γλώσσα τους. Αγγλικά δεν έμαθα σχεδόν καθόλου παρόλο που έμεινα κάποιο χρόνο στην Αγγλία. Δεν τον αγάπησα αυτόν τον τόπο, είναι σα να μην πήγα ποτέ εκεί. Ούτε ξέρω καν πού βρίσκεται. Ξέρω όμως Γαλλικά, αγαπώ το Παρίσι θα έμενα άνετα εκεί. (Στα λέω χύμα, όπως μου ‘ρχονται, μη με παρεξηγείς). Επίσης διαβάζω Πάουντ στις μεταφράσεις του Σεφέρη. Ο Σεφέρης είν επίσης ένας μεγάλος ποιητής.

Ήσουν άλλωστε απ’τους πρώτους, μετά το Θεοδωράκη, που μελοποίησε ποίηση. Στην “Τετραλογία”. Και μάλιστα με τρόπο πρωτοποριακό. Με συνθεσάιζερ. Είχες ανέκαθεν καλές σχέσεις με τον ηλεκτρονικό ήχο.

Κοίταξε, το συνθεσάιζερ το χρησιμοποίησα περισσότερο για λόγους οικονομίας, ειδάλλως θα χρειαζόμουν πολύ μεγάλη ορχήστρα με πνευστά, θα ήταν υπερβολικά πολυέξοδη παραγωγή … Αλλά ναι παρακολουθούσα το ρεύμα, τους Pink Floyd πχ. Μ άρεσε πολύ το “Shine on you Crazy Diamond”. Έχει αυτό το ισοκράτημα στην εισαγωγή που είναι μαγικό. Πιο πολύ αγαπούσα, όμως, τους Procol Harum. Ο Γιώργος ο Νοταράς μου ‘χε φέρει το ομώνυμο άλμπουμ και είχα πάθει πλάκα. Πειραματιζόμουν όσο φτιάχναμε την “Τετραλογία” με το moog συνεχώς. Κι ερχόταν ο διευθυντής τότε ο Γιώργος ο Πετσίλας, με έβλεπε στο Στούντιο με τις ώρες να πειραματίζομαι με το συνθεσάϊζερ ψάχνοντας ήχους και με ρώταγε “Τελειώνουμε;” Τελειώνουμε, του λεγα, κι αυτός όπως ο Δεριγνύ στο Μακρυγιάννη “Tres bien” μου απαντούσε κι έφευγε ψιλοέντρομος από τα κόστη της παραγωγής !!!!!   Να σου πω και μια ιστορία για το moog να γελάσεις. To είχα ρυθμίσει στο σπίτι μου να βγάζει κάθε 15 λεπτά έναν ήχο σα γάτα. Η μάνα μου κένταγε στον καναπέ, εγώ κοιμόμουνα μέσα και το moog κάθε ένα τέταρτο έβγαζε τον ήχο και τρίζανε και τα τζάμια. Άρχιζε τότε να φωνάζει “ Ξύπνα ! Γάτα στο σπίτι” Κατά το «άνθρωπος στη θάλασσα». Και βάραγε τις καρέκλες.

Τώρα που το θυμήθηκα αν και δεν τόχα κατά νου, θάθελα να σε ρωτήσω για τον Άγ. Φεβρουάριο, μια και τον κυκλοφόρησε λέει φέτος σε βυνίλιο αναμνηστικό η Cobalt όχι δηλαδή ότι το πήραμε χαμπάρι αλλά λέμε. Ήθελα λοιπόν να σε ρωτήσω ένα δυο πραγματάκια xαρακτηριστικά να μου πεις αν θυμάσαι.

Το ένα που θυμάμαι είναι που μου λέγανε και καλά ότι η εισαγωγή έμοιαζε με την εισαγωγή του (Τζιζους Κραϊστ Σουπερ Σταρ), που όντως έμοιαζε! Κι εγώ απαντούσα ότι αυτό το καταλάβαινε κι ο πρώτος ηλίθιος, κι ότι το πρόβλημα ήταν από κει και πέρα! Kαι θυμάμαι θυμάμαι επίσης, και το Φίλιππα τον Παπαθεοδώρου σαν τον πιο προνομιούχο ¨παραγωγό¨ της εποχής, γιατί έπαιζε κιθάρα κι έβλεπε εμένα να φτιάχνω το δίσκο

 

Την “Τετραλογία” την έχεις χαρακτηρίσει ‘ενδιάμεσο’ έργο. Παρόλα αυτά, πολλοί πιστεύουν ότι είναι απ τα κορυφαία σου.

Έτσι πιστεύουν; Δε νομίζω. Υπάρχουν μετά απ αυτήν το « Φράγμα » σε στίχους του Κώστα του Τριπολίτη, Υπάρχει το « Ενέχειρο » το « Να! » ο « Ταξιδιώτης του παντός » το « για πούλημα λοιπόν » καθαρά προσωπικές και διαχρονικές ως απεδείχθη δουλειές μου. Ολόκληρη αυτή η 3η περίοδος είναι η σπουδαιότερη για μένα. Αλλά καλό είναι γι αυτήν εδώ Φώντα να ξαναβρεθούμε να μιλήσουμε ειδικότερα και λίγο πιο αναλυτικά. Αυτή η εποχή ήταν η καλύτερη της ζωής μου. Αξίζει τον κόπο!   Τώρα άντε πάμε από κεί που μείναμε, αν και….

Τι αν και… λέγαμε για την Τετραλογία

Το τι αρέσει βέβαια και το τι δεν αρέσει στον καθ ένα είναι δικό του θέμα . Για την “Τετραλογία” λοιπόν τι άλλο θες να σου πω… Μόνο άσχημες αναμνήσεις έχω που δε θα φύγουνε ποτέ από τη μνήμη μου, όσα χρόνια κι αν περάσουν! Θυμάμαι ας πούμε μια εκδήλωση για το Σεφέρη στο Μέγαρο.

Η Συναυλία ήταν με την Ορχήστρα των Χρωμάτων. Θα έπαιζαν και το “Γιουκαλίλι” και το “Κι αν ο αγέρας φυσά” και θα τραγουδούσε ο Μανώλης ο Μητσιάς. Ξαφνικά μου τηλεφώνησε ο Γιώργος ο Κουρουπός να κατέβω στην πρόβα γιατί κάτι δεν πήγαινε καλά. Απ την Ορχήστρα των Χρωμάτων είχαν βάλει έναν κάκιστο ενορχηστρωτή, (στενοχωρήθηκα πολύ γι αυτό). Ξεκινάει η πρόβα, ξεκινάνε να παίζουνε το “Γιουκαλλίλι”. Με μια εισαγωγή φρικτή !!! Ντάμπα ντούμπα κάτι Μπόγκος. Τρελάθηκα!!! Ο Μητσιάς, σα να μην έτρεχε τίποτα, άρχισε να τραγουδάει. Ή τη Γερακίνα τούπαιζαν ή το Γιουκαλλίλι, αυτός έβαλε μπρος κι όποιον πάρει ο χάρος,,,! Δεν άντεξα, πετάχτηκα επάνω και του φώναξα: “Τι κάνεις εκεί;;;; Δεν ακούς τι παιζουν;;;”.Απάντηση “Εγώ τι φταίω ;… Εγώ τραγουδιστής είμαι…   Μούρθε ζαλάδα.. Θυμήθηκα τις νύχτες που πέρασα γράφοντας στο πιάνο, και τις αμέτρητες ώρες στο στούντιο ηχογραφώντας με πόση προσοχή, για να φτάσω στο αποτέλεσμα που ήθελα, κι έβλεπα αυτή την κατάντια « εγώ τραγουδιστής είμαι » Σκέφτηκα προς στιγμήν να εξαφανιστώ ! Ύστερα είπα μέσα μου, πόσα τέτοια θάχουν υποστεί τα τραγούδια μου, – που πάει και τα τραγουδάει από δω κι από κει. Διορθώσαμε πρόχειρα όπως όπως κάτι ενορχηστρωτικά με τον Κουρουπό, κι έφυγα. Ήμουν τόσο άσχημα, που δε θυμάμαι ούτε μεγαλύτερη προσβολή νάχω υποστεί, ούτε σε χειρότερη θέση νάχω βρεθεί στη ζωή μου. Δεν το ξεπέρασα ποτέ. Ούτε θα το ξεπεράσω!!!

Κάτι τέτοιες στιγμές δεν μπορεί να σε φέρουν στο σκεφτικό να   ξαναδείς   να ξαναδουλέψεις   ένα δύο έργα σου απ’την αρχή;

Ναι, η μουσική μου γενικά είναι καλή όπως φτιάχτηκε και δεν επιδέχεται περαιτέρω πειραγμάτων. Όχι όμως όλες μου οι δουλειές. Είχα σκεφτεί πχ κάποια στιγμή να ξανακάνω μερικές δουλειές με τη φωνή του Δημήτρη του Ψαριανού. Κάτι συνέβη όμως και δεν προχώρησε το εγχείρημα. Θυμάμαι είχαμε ηχογραφήσει την “Τετραλογία” με την ορχήστρα της ΕΡΤ -επί εποχής Χατζιδάκι- το 77 ήταν νομίζω ή το 78. στο 3 ο. Ένας Ψαριανός μαγικός, μια αίσθηση τρομακτική. Ο Χατζιδάκης μου επέμενε. Αφού να φανταστείς στο τέλος οι μουσικοί είχαν σηκωθεί όρθιοι και χειροκροτούσαν. Η φωνή του Δημήτρη είχε τη δύναμη να με οδηγήσει και σε μια ενορχήστρωση τελείως διαφορετική. Είναι βλέπεις και μουσικός ο ίδιος παίζει κιθάρα κι αυτό τον βοηθάει να τραγουδάει αλλιώς πάνω στις αρμονίες. Τώρα έχω όμως άλλη λύση κατά νου. Ποιο καινούργια ποιο φρέσκια ειδικά για την Τετραλογία. Ίδωμεν που λένε

Ως δημιουργός υπήρξες αυστηρός με τους τραγουδιστές. Δε σου άρεσαν τα πολλά γυρίσματα και οι χρωματισμοί.

Ναι, γι’ αυτό και τους διάλεγα πολύ προσεκτικά και ήθελα να ερμηνεύουν με συγκεκριμένο τρόπο. Όχι από εγωϊσμό, όχι δηλαδή με την έννοια ότι πρέπει να είναι ντε και καλά “κάτω απ’το δημιουργό”, αλλά για να υπηρετούν πιστά το τραγούδι του όπως αυτός επιθυμεί, κι όχι όπως αυτοί θά ‘θελαν. Φαινομενικά είναι περιοριστικό για τους τραγουδιστές αλλά στο βάθος δεν είναι. Όταν το συνολικό αποτέλεσμα είναι καλό, αναγνωρίζονται εξίσου και οι δύο. Κι ο στιχουργός φυσικά, και ο παραγωγός κιοηχολήπτης και όλοι. Φώντα, εκπτώσεις στις ποιότητές σου δεν επιτρέπεται να κάνεις και να το θυμάσαι αυτό.

Ποιους τραγουδιστές εκτιμάς;

Αυτούς που σέβονται τα τραγούδια που τραγουδούν. Τέτοιος είναι ο Νταλάρας, για παράδειγμα. Τα τραγούδια που λέει τα τιμάει, τα ανεβάζει, προετοιμάζεται ώρες και μέρες, – είναι και φοβερός μουσικός ο ίδιος άλλωστε, δεν κοροϊδεύει – δεν κάνει αρπαχτές, κι αυτό που δίνει στον κόσμο αγγίζει τα όρια της τελειότητας. Αυτό ξέρω εγώ κι ας πα ΄να λένε !

Πώς και δε συνεργαστήκατε ποτέ; Λόγω του ότι ήταν σε άλλη εταιρεία;

Έτσι λέει ο ίδιος (γελάει) και εν μέρει έχει δίκιο,   κυρίως   όμως δε συνεργαστήκαμε γιατί νόμιζα ότι η φωνή του δεν ταίριαζε μ’αυτά που έγραφα τότε. Φοβάμαι όμως ότι έκανα λάθος!

Και λέω λάθος, γιατί κι αυτός καλύτερα τραγούδια θα είχε, κι εμένα τα τραγούδια μου, κατά πολύ «αξιοπρεπέστερη» τύχη θα είχαν.

Και η Χαρούλα;

Φοβερή τραγουδίστρια. Το ‘χω ξαναπεί. Η Χαρούλα βγάζει αυτό που έβγαζε κι

ο Μπιθικώτσης όταν τραγούδαγε. Αυτή την «τρυφερή ανημπόρια». Αυτό το «μοναδικό κράμα θαυμασμού για τον άνθρωπο» και «συμπόνιας για την ανεπάρκειά του» Δηλαδή τι άλλο; Αυτή τη βαθειά ουσία που διέκρινε όλη την Αρχαία Ελληνική τέχνη. Και η Βιτάλη είναι σπουδαία φωνή κι ο Λιδάκης! Κι η Δήμητρα η Γαλάνη κι η Πρωτοψάλτη. Αυτές οι δύο είναι και δικά μου παιδιά.

Πήρε το μάτι μου ένα cd μιας νεας τραγουδίστριας στο σαλόνι. Για τους νέους ερμηνευτές τι γνώμη έχεις;

Αξιοπρεπή παιδιά είναι οι περισσότεροι, αλλά δεν ξέρω… μου ακούγονται όλοι ίδιοι. Δεν έχω βρει κάποιον να με εντυπωσιάσει η χροιά του, ο ήχος του.

Ο Κώστας Τριπολίτης ήταν αυτός που σε παρακίνησε να τραγουδήσεις ο ίδιος κάποια τραγούδια στο “Φράγμα” κι αυτό ήταν η απαρχή για να συνεχίσεις στη δισκογραφία τραγουδώντας ο ίδιος τα τραγούδια σου. Πώς ένιωσες τραγουδώντας για πρώτη φορά;

(παίρνει μια βαθιά ανάσα και κλείνει τα μάτια του) Η μεγαλύτερη έκπληξη στην καριέρα μου ήταν η πρώτη βραδιά που τραγούδησα στο Καφεθέατρο. Τραγούδησα κομμάτια απ’ το “Φράγμα” και κάποια απ’ το “Ενέχυρο”, το οποίο δεν είχαμε ηχογραφήσει ακόμα. Το Καφεθέατρο γεμάτο, ο κόσμος ενθουσιασμένο χειροκροτούσε, φώναζε… Είπα τα τραγούδια δύο φορές. Όταν τέλειωσα πήγαμε στο γραφείο με τον Κώστα τον Τσατσούλη και μου έδωσε μέσα σε ένα φάκελο τα χρήματα. Όπως κράταγα το φάκελο μου φάνηκε λίγο φουσκωμένος. Πρώτη φορά μέσα σε τόσο λίγη ώρα είχα βγάλει τόσα πολλά χρήματα. Και μάλιστα λέγοντας δικά μου τραγούδια. Στιγμιαία κατάλαβα πόσο εύκολα είχα κάνει πλούσιους τόσους ανθρώπους οι οποίοι ξεπλήρωναν αυτή την υπόθεση μ’ ένα σκέτο “Ευχαριστώ” κι από δίπλα προσβολές όπως είπαμε πάρα πάνω Λίγο αργά, βέβαια, αλλά εντάξει. Μιλάμε για το 1982-3, είχα ήδη 15 χρόνια στη δισκογραφία.

Με ποιους καλλιτέχνες είχες την πιο ευχάριστη συνεργασία επί σκηνής;

Με τη Σοφία τη Βόσσου θυμάμαι περνούσαμε υπέροχα στις ζωντανές εμφανίσεις στο Καφεθέατρο. Είχε πολύ πλάκα κι έπαιζε και θαυμάσιο πιάνο. Με τη Γαλάνη καιτο Μητροπάνο επίσης, πολύ καλά παιδιά και οι δύο. Με το Δημήτρη τον Ψαριανό, καταπληκτικός καλλιτέχνης άνθρωπος και σπουδαίος κιθαρίστας επίσης. Μετά με τους μουσικούς… Με το Μανώλη το Σιδερίδη τον μπασίστα και τον Άκη τον Τουρκογιώργη, ή το Νίκο τον Καπιλίδη τον ντράμερ Φοβεροί μουσικοί και ωραίοι τύποι. Με το Στάμο το Σέμση στο Καφεθέατρο. Και μετά στα στούντιο είχα την ευτυχία να συνεργαστώ με κορυφαίους μουσικούς. Ο Κώστας ο Παπαδόπουλος, ας πούμε, ανυπέρβλητος. Ο Παπαδόπουλος, να ξέρεις, έπαιζε μπουζούκι, όλοι οι άλλοι είναι μπουζουξήδες.

Θα είχες όμως και άτυχες στιγμές.

Μεγάλη απογοήτευση ένιωσα στα μέσα του ’75, όταν έπαιξα στο φεστιβάλ της ΚΝΕ. Είχε δύο σκηνές. Στη μία παίζαμε απ την “Τετραλογία” Σεφέρη θυμάμαι,και στην άλλη έπαιζαν το “Καπνισμένο τσουκάλι”. Του Ρίτσου Εμείς είχαμε 10 άτομα από κάτω και στην άλλη σκηνή γινόταν διαδήλωση Χαμός! Στεναχωρήθηκα πολύ, κι εγώ και όλοι.

(κάνει μια μικρή παύση και ξαναπαίρνει βαθιά ανάσα)

Αν εξαιρέσεις τα πρώτα μου λαϊκά τραγούδια, μετά το ’70 όλες μου οι δουλειες αναγνωριστήκανε με μεγάλη καθυστέρηση. Δεν ευχαριστήθηκα την επιτυχία … πώς να στο πω… ζεστή! Κι είχα -ουκ ολίγες φορές- να αντιμετωπίζω και τις ‘ενστάσεις’ πολλών γι’ αυτά που έκανα. “τη γνώμη του καθενός” που λέω και στον ‘Ταξιδιώτη του παντός’. Το τι μαλακίες έχω ακούσει!

Ηχογραφούσαμε το “Ενέχυρο”, θυμάμαι, σ’ ένα στούντιο κάπου στο τέρμα της Καποδιστρίου και ερχόταν κόσμος και μου ‘λεγε “μα καλά ρε Δήμο, τι είναι αυτά που κάνεις;”. Άλλοι καλοπροαίρετα, άλλοι με θυμό… Λες και τους είχα σκοτώσει τη μάνα! Γράφαμε το “Γουώκμαν” θυμάμαι, κι ήρθε ένας γνωστός μου και μόνο που δε μ’ έβρισε! « Τι αμπελοφιλοσοφίες είναι αυτές »Κόντεψα να σκάσω. Κι ευτυχώς, η Σαββίνα η Γιαννάτου που μούκανε φωνητικά με καθησύχαζε και μούλεγε κάθε φορά «μη δίνεις σημασία, όλα καλά θα πάνε να το θυμάσαι.»

Καθυστέρησε, μεν, να αναγνωριστεί το έργο σου από το κοινό, ίσως, αλλά ο εν γένει καλλιτεχνικός κόσμος εκφραζόταν ανέκαθεν με τα καλύτερα λόγια. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είπε κάποτε ότι “ο Μούτσης δε γράφει συχνά, αλλά όταν γράφει κάτι αλλάζει στα   μουσικά πράγματα ”.

Ναι, είναι απ τα ωραία πούχω ακούσει για μένα. Όπως επίσης κι ένα σχόλιο που μου έκαναν στο Facebook για το “Γουώκμαν” – δε θυμάμαι ποιος. Έλεγε ότι κάποια τραγούδια όπως αυτό, γράφτηκαν για να ανήκουν διαρκώς στο σήμερα. Το γουώκμαν, η συσκευή εννοώ, ήταν απ’ τις πρώτες φορές που ο σύγχρονος άνθρωπος απομονώθηκε.

Όντως, πολλά τραγούδια σου είναι επίκαιρα και στις μέρες μας. Είναι επίκαιρα πάντοτε.

Γράφτηκαν για πράγματα που μας απασχολούσαν χρόνια πριν και θα συνεχίσουν να μας απασχολούν πιθανότατα. Ίσως γιατί οι πραγματικές αλήθειες είναι αιώνιες και ξέχωρες απ όλα.

Ακούω ξανά το ομώνυμο κομμάτι από το “Φράγμα” και αναρρωτιέμαι πώς είναι δυνατό να υπάρχει “ένα φράγμα μεταξύ μας στην επικοινωνία” με τόσα μέσα πια.

Ε, δεν υπάρχει; Το να μπορείς να συνομιλείς εύκολα και γρήγορα (και ταυτόχρονα!) με εκατοντάδες ανθρώπους δε σημαίνει ότι επικοινωνείτε επί της ουσίας κιόλας.

Πέρα από τη μουσική; Τι άλλο;

Διαβάζω όσο μπορώ (είπαμε, όχι όπως παλιά). Παρακολουθώ την ειδησεογραφία, βλέπω τηλεόραση… Δε μ’ αρέσουν αυτά τα αφοριστικά, τα “αααα εγώ την έχω κλείσει χρόνια”. Μ’ αρέσει να βλέπω και ταινίες στην τηλεόραση, στα κανάλια εννοώ, όχι να βάλω μία στο DVD. Μ’ αρέσει η αίσθηση του να βλέπω κάτι νιώθωντας και άλλους παρέα μου. Παρακολουθώ πολύ τα αθλητικά. Τέννις και ποδόσφαιρο ειδικότερα. Σκάκι δε δείχνουνε βλέπεις!!!

Είσαι επιφανής ΑΕΚτζής. Αν και Πειραιώτης…

Η ΑΕΚ είναι θέμα αγωγής, όχι καταγωγής. Πήγαινα και συχνά στο γήπεδο, τώρα πια ψιλοβαριέμαι. Η συγκλονιστικότερη εμπειρία μου ήταν στον τελικό του Κυπέλλου, το 2009, κι ας χάσαμε. Βλέπω και πολύ ξένο ποδόσφαιρο, όμως. Είμαι “μπαρτσελόνος” και δε χάνω ευκαιρία να δω το Μέσσι, όπως έβλεπα κάποτε το μεγαλύτερο παίχτη που γέννησε ποτέ το ποδόσφαιρο το Βασίλη το Χατζηπαναγή!!! Και θα δω και μουντιάλ, εννοείται, το καλοκαίρι και θέλω λόγω Μπαρτσελόνα να το πάρει ξανά η Ισπανία. Βλέπω και Τέννις, πολλά χρόνια. Είναι τα μόνα που έχω παίξει στη ζωή μου. Σκάκι και Τένις. Το άθλημα έχει αλλάξει τρομακτικά επίπεδο. Βλέπεις πια κάτι θεόρατους παίχτες που παίζουνε με ταχύτητες απίστευτες. Ο Τζόκοβιτς μ αρέσει, είναι Σέρβος, είναι πιο κοντά σε μας. Αλλά ο Βασιλιάς είναι ο Φέντερερ. Είναι ο μοναδικός που άγγιξε μέχρι τώρα  σχεδόν την τελειότητα.

(όση ώρα μιλάμε, σχεδιάζει διάφορα σ’ ένα χαρτί)

Ζωγραφίζεις, επίσης. Πολύ χαρακτηριστικά. Θα μπορούσες να γίνεις εξίσου αναγνωρισμένος ζωγράφος όπως μουσικός;

Έτσι έχουνε πει. Εγώ δεν ξέρω. Θεωρώ τον εαυτό μου έξυπνο άνθρωπο και νομίζω ότι θα τα κατάφερνα καλά αν καταπιανόμουνα με οτιδήποτε αγαπάω. Είμαι περήφανος, πάντως, και για τη μαγειρική μου αν θες να ξέρεις!   (χαμογελάει, παίρνει μια -τελευταία- βαθιά ανάσα) Άντεξα δυο πράγματα στη ζωή μου. Να μην κοροϊδέψω ποτέ κανένα, και να μην πέσω στη ρουτίνα.

Να σε ρωτήσω κάτι τελευταίο έτσι από περιέργεια;;;

Να με ρωτήσεις ό,τι θες

 

Τραγουδούσες, όπως σ έχω δει στο you tube, κι όπως μούχουνε πει, πάρα πολλές φορές, ίσως τις περισσότερες, με κλειστά τα μάτια;

Πολλές φορές ναι. Τις περισσότερες δηλαδή. Και με ρωτούσαν και τότε γιατί έχω τα μάτια μου κλειστά όταν με τραγουδούσα . Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να σου γίνω πιστευτός ή κατανοητός, αλλά εκείνη την ώρα έκλεινα τα μάτια, ψάχνοντας μέσα μου μήπως και βρω καμιά καλύτερη λέξη που δεν είχα σκεφτεί, ή έστω μια καλύτερη νότα. Μπα! Ποτέ δε βρήκα άκρη. Τα τραγούδια μου τελικά, παρέμεναν πάντα πάνω από μένα!

 

Σ’ ευχαριστώ πολύ.

Auguste Corteau 2 Oκτωβρίου 2014

Ο λόγος που δεν μιλώ συχνά για τον Δήμο Μούτση είναι από υπερβολική αγάπη. Βλέπετε, στην καρδιά της μάνας μου, που μ’ έμαθε ν’ αγαπώ τη μουσική, πέρα απ’ τον Χατζιδάκι (με τον οποίο είχε έρωτα ισόβιο κι αγιάτρευτο) χωρούσε μοναχά ο Μούτσης – ομοίως και στη δισκοθήκη της, το εικονοστάσι της, όπου, πλάι στον Μεγάλο Ερωτικό και τη Μελισσάνθη μόνον ο Άγιος Φεβρουάριος και η Τετραλογία είχαν θέση.

Ήμουν αφάνταστα τυχερός που πρωτάκουσα ποίηση του Καρυωτάκη μέσα απ’ την απερίγραπτης ευφυΐας κι ομορφιάς μελοποίηση της Τετραλογίας, με τον Χρήστο Λεττονό να τραγουδά τους ‘Ιδανικούς αυτόχειρες’ με οργή και παραίτηση, μέχρι την ουράνια και μανιακή κατάληξη, και νομίζω πως ο λόγος που διάβασα και θαύμασα τον Σεφέρη ήταν και πάλι το πρώτο άκουσμα, από τον ίδιο δίσκο, του ‘Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι’.

Δεν χρειάζεται, θαρρώ, να αναρωτιόμαστε γιατί ο Δήμος Μούτσης δεν μας χάρισε άλλα τραγούδια. Αφενός είναι τεράστια τύχη, ευλογία, για τον τόπο μας, που έγραψε ό,τι έγραψε, κι αφετέρου είναι σαν να ρωτάς γιατί ο Σιμπέλιους σταμάτησε να συνθέτει τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής του: μα γιατί έγραψε την Πέμπτη Συμφωνία του, το Κονσέρτο για βιολί, την Τρικυμία! Τι άλλο μπορείς να ζητήσεις απ’ τον συνθέτη μιας μουσικής κιβωτού που περιλαμβάνει έργα όπως το ‘Φράγμα’, το ‘Ενέχυρο’, τις ‘Στροφές’, το ‘Ένα χαμόγελο’, το ‘Για πούλημα λοιπόν’; Και πάλι ευγνώμονες πρέπει να είμαστε.

(Κι ένα απ’ τα ελάχιστα που μου ζήτησε ποτέ η Κατερίνα, ήταν αν ποτέ γνωρίσω από κοντά τον άνθρωπο που έγραψε το ‘Ο χάρος βγήκε παγανιά’, να του σφίξω το χέρι. “Δεν ξέρω αν θα ζω ακόμα,” μου ‘χει πει – κι ας ήξερε – “αλλά θα ‘ναι σαν του σφίγγω το χέρι κι εγώ.” Δεν έχω τηρήσει ακόμα την υπόσχεσή μου, διότι, όσο κι αν ξεθαρρεύω εδώ μέσα, κατά βάθος είμαι παθολογικά συνεσταλμένος, κι απ’ την άλλη δεν τολμώ. Όμως νομίζω πως η χειραψία συμβαίνει – και ακόμα πιο πολύ, η αγκαλιά – κάθε φορά που ακούω ένα απ’ τα τόσα λατρεμένα του τραγούδια!